ΤΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΜΑΣ ΚΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΜΑΣ

"...απ' τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά..."

"Να νοσταλγείς τον τόπο σου, ζώντας στον τόπο σου, τίποτε δεν είναι πιο πικρό". Γιώργος Σεφέρης

Τα έθνη δημιουργούν τα κράτη, όχι τα κράτη τα έθνη




Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΕΘΝΙΚΟΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΡΟΤΑΓΜΑ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ

Ανάμεσα από τα πολλά κείμενα και βιβλία που έχουν πέσει στα χέρια μου, ένα, κατά τη γνώμη μου, από τα πιο σημαντικά ήταν: «Η άνοδος της ασημαντότητας» του Κορνήλιου Καστοριάδη. Ο Καστοριάδης ήταν τιτάνας της σύγχρονης φιλοσοφικής σκέψης, γιατί, πέραν της γεννετήσιας ιδιοφυίας του, διαμόρφωσε έναν πηγαίο γραπτό και προφορικό λόγο που δεν προερχόταν μόνο από τις εκτεταμένες ακαδημαϊκές του μελέτες και γνώσεις, αλλά και από βιώματα μέσω πολιτικών και κοινωνικών τριβών και των μετέπειτα αναθεωρήσεων τους. Αυτό που, κατά τη γνώμη μου, καταφέρνει να πετύχει ο Καστοριάδης μέσα από τα γραπτά του, είναι να αποσαφηνίσει την ιδιοπροσωπία και τη συνέχεια της κινητικότητας της κοινωνικής ύλης κατά τη διάρκεια της ιστορικής εξέλιξης σε σχέση με την επαναστατική θεωρία, ξεπερνώντας τις αγκυλώσεις και τις παθογένειες τις οποίες είχε επισημάνει σε πολύ πρώιμο μεταεπαναστατικό στάδιο η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Ο Καστοριάδης μπαίνει στοχαστικά σε μία βαθύτερη νοηματική, εξηγώντας σχολαστικά τα μετεξελικτικά στάδια του Ιστορικού Υλισμού, προσαρμόζοντάς τα στις ανάγκες του 21ου αιώνα.
 Στο συγκεκριμένο προφητικό βιβλίο: «Η άνοδος της ασημαντότητας», παρουσιάζονται, με ευσύνοπτο και εύληπτο τρόπο, θέματα που σήμερα είναι πιο επίκαιρα από ποτέ. Αξίζει να σημειωθούν κάποιοι τίτλοι κεφαλαίων του εν λόγω βιβλίου όπως: «Η κρίση των δυτικών κοινωνιών», «Τα κινήματα της δεκαετίας του 60», «Μαρξισμός – Λενινισμός: Η κονιορτοποίηση», «Ανάμεσα στο κενό της Δύσης και στον μύθο των Αράβων», «Η αποσάθρωση τη Δύσης», «Η κρίση της διαδικασίας ταύτησης», «Αρχαίο ελληνικό και πολιτικό φαντασιακό», «Αθηναϊκή δημοκρατία: βάσιμα και αβάσιμα ερωτήματα», «Το φύλλο της συκής της ηθικής», «Η δημοκρατία ως διαδικασία και ως καθεστώς». Μέσα στο συγκεκριμένο βιβλίο αναλύονται οι εξελίξεις των δυτικών κοινωνιών όπως περίπου είναι διαμορφωμένες σήμερα. Η επικείμενη κατάρρευση του δυτικού πολιτισμού, η ουτοπία του Μαρξισμού – Λενινισμού, η επικείμενη διαμάχη μεταξύ των πολιτισμών (Δυτικός, Ισλαμικός κ.λπ), η σχέση της σημερινής κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» με την ουσία της αρχαίας Αθηναϊκής δημοκρατίας κ.λπ. Η «Άνοδος της ασημαντότητας» είναι πράγματι ένα βιβλίο το οποίο μπορεί να διαβαστεί με άλλα, όπως αυτά των Πουλαντζά, Τσόμσκι και λοιπών μεγάλων σύγχρονων στοχαστών του 20ου αιώνα, προκειμένου να αποσαφηνίσει, να προσδιορίσει και να προτείνει νέους δρόμους για τη σύγχρονη επαναστατική αριστερά και τα σύγχρονα κοινωνικά, πολιτικά, ηθικά, φιλοσοφικά και ανθρωπολογικά ζητήματα που αφορούν στις κοινωνίες και στις δομές τους.
Ένα βασικό συμπέρασμα που μπορεί να προκύψει ως πρόταγμα για την αφήγηση ενός νέου κοινωνικού μοντέλου, όπως παρουσιάζεται στην «Άνοδο της ασημαντότητας», είναι η ανάγκη της «Αυτονομίας». Είναι η θεωρία η οποία θα έρθει να αντικαταστήσει τις παρηκμασμένες μαρξιστικές-λενινιστικές θεωρίες που κατέληξαν σε απολυταρχικά πολιτικά συστήματα με την άνοδο της Νομενκλατούρας, και την άνοδο της σταλινικού καθεστωτικού τύπου «Δικτατορίας του Προλεταριάτου». Τα θέματα της «Αυτονομίας» και του κοινωνικού «Φαντασιακού», ετέθησαν και αναλύθηκαν ενδελεχώς από τον Καστοριάδη. Η «Αυτονομία» δεν αφορά μόνον σε ατομικό επίπεδο. Αφορά επίσης σε συλλογικό, δηλαδή σε ομαδικό, κοινοτικό, πολιτισμικό και εν τέλει σε εθνικό. Η «Αυτονομία» έρχεται σε σύγκρουση με την «Ασημαντότητα» που σήμερα κυριαρχεί και εξουσιάζει με τη μορφή του νεομαρξιστικού «πολιτικά ορθού», του μαρξιστικού-λενινιστικού διεθνισμού, της αστικής πολυπολιτισμικότητας, του μεταμοντέρνου της εθνομηδενιστικής παγκοσμιοπόιησης του Σόρος και της αμερικανικής ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Εδώ, αξίζει να σημειωθεί ότι όταν κατά τη δεκαετία του 1950, όλη σχεδόν η γαλλική διανόηση είχε τοποθετηθεί υπέρ του κομμουνιστικού κόμματος και της Σοβιετικής Ένωσης, ο Καστοριάδης όχι μόνον τα απέρριπτε και ασκούσε δημοσίως κριτική αλλά, επιπλέον, απέρριπτε τον λενινισμό και τον ίδιο τον μαρξισμό.
Παρά του ότι ο ίδιος ο Καστοριάδης ήταν υλιστής και άθεος, το έργο του χαρακτηρίζεται από μια γιγαντιαία προσπάθεια να ξανασκεφτεί το σύνολο της ελληνο-δυτικής παράδοσης, την οποία κατηγορεί για «ορθολογισμό» και «καθοριστικότητα». Αναδεικνύει τη φαντασία και το κοινωνικό φαντασιακό, τη φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας και τις κοινωνικές φαντασιακές σημασίες, την ιστορία ως δημιουργία εκ του μηδενός, ως ποίηση και γέννηση οντολογική. Ο ίδιος έλεγε: «Δεν φιλοσοφούμε για να σώσουμε την επανάσταση, αλλά για να σώσουμε τη σκέψη μας και τη συνοχή μας».
Όμως, ποια μπορεί να είναι η «κοινωνική αυτονομία» που εννοεί ο Καστοριάδης την οποία προτάσσει ως «αντίδοτο» στη σημερινή πτώση των αξιών και στη σημερινή κοινωνική, πολιτισμική και πολιτική ανθίζουσα παρακμιακή ασημαντότητα; Για τον Καστοριάδη η κοινωνία δεν θέτει μόνον τους δικούς της νόμους, αλλά και αναγνωρίζει τον εαυτό της ως πηγή των νόμων της. Ταυτοχρόνως, το άτομο θέτει τους δικούς του νόμους, εν πλήρη συνείδηση, έχοντας επίγνωση των επιθυμιών και των αληθινών αναγκών του προκειμένου να έχει «ατομική αυτονομία». Με αυτή την έννοια, η αυτονομία σημαίνει την απεριόριστη αμφισβήτηση του νόμου και των θεμελίων του, καθώς επίσης και την ικανότητα του πράττειν, του ποιείν και του θεσμίζειν. Δηλαδή, μέσα από αυτή την αφήγηση, δημιουργείται ένα κοινωνικό υποκείμενο που κινείται ως κοινωνική ύλη στην ιστορία και εξελίσσεται συνεχώς μέσα σε ένα κοινωνικό σύστημα άμεσης δημοκρατίας, όπως μας περιγράφει ο Ερρίκο Μαλατέστα στο έργο του: «Χωρίς εξουσία». Αυτό το σύστημα στηρίζεται στην ατομική ηθική, αφήγηση που από ελευθεριακή πλευρά  ανέπτυξε πολύ εύστοχα ο Κροπότκιν στο έργο του «Η αναρχική ηθική».

Ωστόσο, θεωρώ πως το εθνικοπατριωτικό πρόταγμα του 21ου αιώνα είναι ο επαναστατικός παράγων, ο οποίος τελικώς θα εξοντώσει τη φιλελεύθερη δημοκρατία της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας των ανθρώπων, δηλαδή τον «καταναλωτικό πολτό» που θέλουν μονοδιάστατα να δημιουργήσουν αυτοί που βρίσκονται πίσω από το παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο. Και αυτός ο παράγων δεν είναι το προλεταριάτο, αλλά το έθνος. Το έθνος πρέπει να γίνει το προνομιακό στοιχείο της επαναστάσεως. Η εν λόγω επανάσταση μπορεί να πραγματοποιηθεί σε παραγωγικό επίπεδο με την εργασιακή αυτονομία. Και αυτό γιατί σε ένα καπιταλιστικό κόσμο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι άνθρωποι στην πλειονότητά τους βρίσκουν τη δουλειά τους αποκρουστική και ότι πολύ θα ήθελαν να ξεφύγουν από αυτήν. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του τεμπέλης. Απεναντίας, του αρέσει να ασχολείται με κάτι και τον ικανοποιεί μία δουλειά που γίνεται ελεύθερα και κάτω από συνθήκες ευχάριστες. Στη βάση της βαρεμάρας και της απογοήτευσης που αισθάνονται σήμερα οι εργάτες, οι υπάλληλοι, η μικρομεσαία τάξη, οι αγρότες, βρίσκεται ο καταμερισμός της εργασίας και οι κακές συνθήκες δουλειάς που επικρατούν στους συγκεκριμένους τόπους εργασίας. Αν αυτά μπορέσουν να αντικατασταθούν από ευχάριστα και υγιεινά περιβάλλοντα, και από δουλειά με κάποια ποικιλία που θα κάνει τον εργαζόμενο να αισθάνεται ότι δουλεύει για κάτι χρήσιμο, τότε η δουλειά θα πάψει να είναι δυσάρεστη. Την ελκυστικότητα της θα την κάνει ακόμα μεγαλύτερη η ηθική ικανοποίηση που θα αισθάνεται ο καθένας, όντος ελεύθερος άνθρωπος που δουλεύει για το γενικό καλό. 
Όμως, στην ίδια τη λέξη «αυτονομία» υπάρχουν δύο ρίζες: «Αυτός ο άνθρωπος, εγώ ο ίδιος» και η ρίζα «νόμος». Πολλοί που θεωρούν τους εαυτούς τους αυτόνομους, ξεχνούν τη ρίζα «νόμος» που εμπεριέχεται στη λέξη «αυτονομία». Αυτόνομος, είναι αυτός που δίνει τον νόμο στον εαυτό του. Δηλαδή, δεν μπορεί να είναι αυτόνομος κάποιος ο οποίος στη ζωή του εκπληρώνει τις επιθυμίες του χωρίς όρια και έλεγχο.Υπό αυτή την έννοια υπάρχει το φυσικό πρόβλημα της οργάνωσης. Είναι το πρόβλημα της οργάνωσης μίας καινούργιας κοινωνίας. Δηλαδή, κατά πόσο είναι δυνατό να συμβιβαστεί η αυτονομία των ατόμων με την ύπαρξη κοινωνικών πραγματικών νόμων, και με την ύπαρξη όχι κράτους, υπό την έννοια του κράτους όπως τη ξέρουμε σήμερα, αλλά με την ύπαρξη μίας εξουσίας, γιατί στην πραγματικότητα μέσα σε μία πραγματική δημοκρατία, μέσα σε μία άμεση δημοκρατία η πλειοψηφία ασκεί κατά κάποιο τρόπο μία εξουσία.
Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της έκπτωσης της αυτονομίας και της άμεσης δημοκρατίας (η οποία κατέληξε σε απολυταρχικό φασιστικό καθεστώς επί διακυβέρνησης Στάλιν, αντίστοιχο με τα φασιστικά καθεστώτα) στην αυγή της Οκτωβριανής επανάστασης, δίνει η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Η Πολωνο-εβραία Ρόζα Λούξεμπουργκ (1871 – 1919), η οποία επινόησε τη «Διαλεκτική του Αυθορμητισμού και της Οργάνωσης», στο έργο της: «Ρωσική Επανάσταση», ένα έργο πραγματικά προφητικό το οποίο γράφτηκε το 1918, τονίζει ότι το μπολσεβίκικο κόμμα ακολούθησε «μια πολιτική πραγματικά σοσιαλιστική» και προώθησε το σύνθημα: «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ». Ταυτόχρονα, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, είναι η πρώτη που προφητικά κρίνει τις πολιτικές επιλογές που αργότερα οδήγησαν στη διαμόρφωση του Σταλινικού Μοντέλου. Γράφει για την κατάργηση της συντακτικής συνέλευσης: «Αλλά το φάρμακο που ανεκάλυψαν ο Λένιν και ο Τρότσκι, τη γενική κατάργηση της Δημοκρατίας, είναι χειρότερο ακόμη κι από την αρρώστια που επρόκειτο να θεραπεύσουν. Καταστρέφει αυτήν την ίδια τη ζωντανή πηγή, απ’ όπου μπορεί να διορθωθεί κάθε φυσική ατέλεια των κοινωνικών θεσμών την ενεργό, ανεμπόδιστη, δραστήρια πολιτική ζωή όσον των δυνατόν πιο πλατιών λαϊκών μαζών του έθνους». Και συνεχίζει: «Εάν όλα αυτά λείψουν τι απομένει; Ο Λένιν και ο Τρότσκι εγκατέστησαν στη θέση των αντιπροσωπευτικών σωμάτων, που βγαίνουν από λαϊκές γενικές εκλογές, τα σοβιέτ σαν μοναδική πραγματική εκπροσώπηση των εργαζόμενων μαζών. Αλλά πνίγοντας την πολιτική ζωή σε όλη την χώρα, είναι μοιραίο να παραλύει ολοένα και περισσότερο η ζωή μέσα σ’ αυτά τα ίδια τα σοβιέτ. Χωρίς γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευθερία του Τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών, η ζωή ξεψυχάει μέσα σ’ όλους τους δημόσιους θεσμούς. Γίνεται μία ζωή επιφανειακή, όπου η γραφειοκρατία μένει το μόνο ενεργό στοιχείο». Ποιές όμως θεωρητικές αφετηρίες οδήγησαν τον Λένιν και τους άλλους μπολσεβίκους στην εγκατάλειψη μορφών δημοκρατίας που συνδέονταν με προηγούμενους κοινωνικούς σχηματισμούς! Πρόκειται για τη λαθεμένη αντίληψη που αναζητούσε σε κάθε τρόπο παραγωγής, ριζικά διαφορετικούς θεσμούς πολιτικής διακυβέρνησης. Συχνά αυτό εκφραζόταν από τον Λένιν με τη φάση η δική μας δημοκρατία και η δική τους δημοκρατία. Που, ενώ σωστά τόνιζε το κοινωνικό περιεχόμενο της δημοκρατίας στις καπιταλιστικές χώρες, έχανε από τον ορίζοντα της, κοινές διαχρονικές αξίες. Προέκταση αυτής της άποψης ήταν η υπαγωγή της δημοκρατίας σε «τυπική» και «ουσιαστική», όπου η πραγματική δημοκρατία θα επικρατούσε στον κομμουνισμό. Δεν έγινε όμως έτσι, και αυτό το σύστημα (μαρξιστικό-λενινιστικό) κατέρρευσε σε οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό, φιλοσοφικό και ηθικό επίπεδο. Ας μην ξεχνούμε ότι μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού στις χώρες του ανατολικού μπλοκ, ανέλαβαν τις εξουσίες πρώην στελέχη μυστικών υπηρεσιών οι οποίοι δημιούργησαν εταιρίες που μαφιόζικα λυμαίνονταν (και συνεχίζουν να λυμαίνονται) τα δημόσια έσοδα ενώ οι περισσότερες γυναίκες αυτών των χωρών κατάντησαν να εκδίδονται ως πόρνες σε δυτικά κράτη.  
Συνεπώς, το πρόταγμα του εθνικοπατριωτισμού στον 21ου αιώνα, δεν είναι ο μαρξισμός-λενινισμός της αλλαγής ενός αστικού καπιταλιστικού καθεστώτους σε σταλινο-φασιστικού τύπου δικτατορία του προλεταριάτου που ονειρεύεται στην Ελλάδα το ΚΚΕ, θεωρώντας, κατά δήλωση του γ.γ του Κουτσούμπα ότι σε περίπτωση διακυβέρνησης της χώρας από το ΚΚΕ θα καταργηθούν τα άλλα κόμματα και το μόνο κόμμα θα είναι αυτό της εργατικής τάξης! Ούτε το πρόταγμα σήμερα είναι η νεοφιλελεύθερη εθνομηδενιστική θεωρία και πράξη των «αριστερών» κομμάτων τύπου ΣΥΡΙΖΑ που ακολουθούν τις εντολές της Νέας Τάξης Πραγμάτων του Σόρος και των άλλων τοκογλύφων, οι οποίοι προβάλλουν το μεταμοντέρνο «πολιτικά ορθό», δηλαδή τη διεστραμμένη νεομαρξιστική αφήγηση του Λούκατς και των ιδρυτών της σχολής της Φρανκφούρτης των Μαρκούζε, Χόρκχάϊμερ και Αντόρνο. Το πρόταγμα για το εθνικοπατριωτικό κίνημα του 21ου αιώνα είναι ο πατριωτισμός και η πραγμάτωση του αφηγήματος των Μαρξ – Έγκελς για το πολωνικό ζήτημα του 19ου αιώνα. Δηλαδή, ότι «Κανένας δεν μπορεί να σκλαβώνει ένα έθνος ατιμώρητα», και ότι «Δεν αποτελεί αντίφαση ότι το Κόμμα της Διεθνούς των εργατών αγωνίζεται για την δημιουργία του Πολωνικού Έθνους» και τέλος ότι «Μέχρι να λυθεί το εθνικό πρόβλημα της πατρίδας τους (οι Πολωνοί) έχουν όχι μόνο δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση να είναι πρώτα απ’ όλα εθνικιστές και ύστερα διεθνιστές», δίνοντας στον χειραφετητικό-απελευθερωτικό αγώνα ένα πιο βαθύ πατριωτικό και σοσιαλιστικό περιεχόμενο. Και ο Λένιν όμως, σε μία κρίση ειλικρίνειας (και ίσως αναπάντεχης ενδόμυχης κατανόησης) για το πόσο σημαντική είναι η έννοια των συνόρων και της πατρίδας στον σοσιαλισμό, είπε: «Για τον Μαρξ δεν χωράει αμφιβολία ότι σε σύγκριση με το “εργατικό”, το “εθνικό ζήτημα” έχει δευτερεύουσα σημασία. Η θεωρία τους όμως βρίσκεται τόσο μακριά από το να αγνοεί τα εθνικά κινήματα, όσο ο ουρανός από τη γη». Η εν λόγω διαστρέβλωση καταντάει το έργο των Μαρξ – Έγκελς και Λένιν μία νοηματοδοτική καρικατούρα, καθώς η αφήγησή του είναι συγκεχυμένη και πλήρης ουσιωδών αντιφάσεων.

Από την άλλη, το άλλο ρεύμα, το αναρχικό, αποτελεί παράδειγμα διαστρέβλωσης από τους αυτοαποκαλούμενους σύγχρονους συνεχιστές του. Γιατί, τι άλλο μπορεί να μαρτυρεί η πλήρης αποσιώπηση της πατριωτικής-διεθνιστικής δράσης του Μιχαήλ Μπακούνιν στο ιταλικό Risorgimento, δίπλα στο πλευρό των Γκαριμπάλντι και Ματσίνι ή η παθιασμένη συμμετοχή του στον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα των Πολωνών πατριωτών και των άλλων καταπιεσμένων σλαβικών εθνοτήτων. «Συναισθάνομαι ειλικρινά και πάντα τον πατριώτη κάθε καταπιεσμένης πατρίδας. Η πατρίδα αντιπροσωπεύει το ιερό και αδιαφιλονίκητο δικαίωμα κάθε ανθρώπου, κάθε ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, περιοχών, εθνών να αισθάνονται, να σκέπτονται, να θέλουν και να δρουν με τον δικό τους τρόπο» γράφει ο Μιχαήλ Μπακούνιν, κατεδαφίζοντας κυριολεκτικά την απατηλή εικόνα που προσπαθούν να διαμορφώσουν οι οπαδοί του διεθνιστικού αντιεξουσιασμού. Αυτό, που ο σύγχρονός του Μιχαήλ Μπακούνιν, Τσε Γκεβάρα, είπε: «Πατρίδα ή θάνατος». Είναι δηλαδή αυτό που φωνάζουν οι Ζαπατίστας του Υποδιοικητή Μάρκος: «Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο των Ζαπατίσας» στην περιοχή της επαρχίας Τσιάπας στο Μεξικό. Είναι σαφές ότι η κυρίαρχες λέξεις στo σύνθημα του Τσε και στον τίτλο του στρατού των Ζαπατίστας είναι πατρίδα και έθνος αντίστοιχα.

Ο εθνικοπατριωτισμός του 21ου αιώνα έχει να αντιπαλέψει τη διαστρέβλωση της έννοιας της «αυτονομίας» όπως τη συνέλαβε ο Καστοριάδης και σήμερα δήθεν την προσφέρει η παγκοσμιοποίση που μιλάει για «αυτόνομα» και «ελεύθερα άτομα» (όχι ανθρώπους) σε κατ’ επίφαση ελεύθερες κοινωνίες. Όμως δεν λέει ότι ο σκοπός είναι η μετατροπή των ανθρώπινων κοινωνιών σε καταναλωτικούς πολτούς ανήμπορους και ανίκανους να αντισταθούν στην παρακμή και την άνοδο της ασημαντότητας που καθημερινά καταστρέφει και καθολικά ελέγχει τη ζωή τους. Δεν λέει ότι οι λαοί σήμερα είναι εγκλωβισμένοι σε ένα παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης των προσωπικών τους δεδομένων, των τραπεζικών τους λογαρισμών, των οικονομικών τους συναλλαγών, της κοινωνικής μηχανικής η οποία μέ άμεσα ή έμμεσα μηνύματα τους χειραγωγεί και τους καθυποτάσσει. Των κυβερνήσεων που ποδηγετούνται από το ιδιωτικό παγκόσμιο κεφάλαιο με αποτέλεσμα τα κράτη να έχουν χάσει την εθνική τους κυριαρχία και οι πολίτες τους να βιώνουν την οπισθοδρομική έλλειψη της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Δηλαδή, συνθήκες που επικρατούσαν στις αρχές του 20ου αιώνα.

Αυτό που πρέπει να προτείνει το σύγχρονο αριστερό κίνημα είναι η θέσμιση κανόνων και νόμων που θα επιτρέψουν να ζήσουμε ως αυτόνομες κοινωνίες και ως αυτόνομοι άνθρωποι μέσα σε αυτόν τον αιώνα, δίνοντας έμφαση στα σύνορα μεταξύ των κρατών ως όρια διασφάλισης και διατήρησης της αυτοδιάθεσης, του κοινοτισμού, και κατ’ επέκταση του σοσιαλισμού και τελικά της διατήρησης της ουσίας της ιδιοπροσωπίας και της οντολογικής υπόστασης του υποκειμένου που ονομάζεται έθνος και που ο κάθε ένας από εμας αποτελεί υλικό στοιχείο του. Η εργατική τάξη που οραματίστηκε ο Μάρξ έχει κοινές παραδόσεις, κοινή καταγωγή, κοινή θρησκεία, κοινά ήθη και έθιμα. Αυτή είναι και η αποτυχία της μαρξιστικής διεθνιστικής θεωρίας και της νεομαρξιστικής πολιτισμικής θεωρίας του «πολιτικά ορθού». Ο Μαρξισμός αντιφάσκει στο λογικό συμπέρασμα ότι αναγκαία και ικανή συνθήκη της πραγμάτωσης του διεθνισμού είναι πρωτίστως η ύπαρξη των εθνών, δηλαδή η εθνική συνείδηση και η ιδιοπροσωπία της καταγωγής των λαών. Δεν κατανοεί ο μαρξισμός την έννοια ότι η πατριωτική-εθνική συνείδηση ήταν και είναι κάτι απτό, υλικό, που ήταν και είναι πολύ πιο σταθερό και ισχυρό από τη μεταβλητή και ρευστή κοινωνική συνείδηση, πάνω στην οποία στηρίχθηκε μανιχαϊστικά η εσχατολογική αντίληψη για τους προλετάριους που δεν έχουν πατρίδα. Κι ας επιβεβαιώνει η ίδια η ζωή καθημερινά την αγεφύρωτη αντίθεση ανάμεσα στη θεωρία και την ιστορική πραγματικότητα. Πραγματικότητα, που αδρά επικυρώνει το γεγονός ότι οι άνθρωποι, ανεξάρτητα από το σε ποια κοινωνική τάξη ανήκουν, γεννιούνται από συγκεκριμένους και φυλετικά προσδιορισμένους γονείς, φορείς μιας ορισμένης γλώσσας, θρησκείας και κουλτούρας, μεγαλώνουν βιώνοντας την καθημερινότητα σε ένα συγκεκριμένο ιστορικό και γεωγραφικό χώρο, ο οποίος αμετάκλητα τους σφραγίζει θετικά και αρνητικά με προτερήματα, ελαττώματα και διάφορα «πιστεύω». Και ότι ο χώρος αυτός, που δεν είναι άλλος από την πατρίδα τους στην οποία ζουν, εργάζονται, ερωτεύονται, παντρεύονται και πεθαίνουν, έχει γι’ αυτούς εκείνο το μοναδικό – ανεπανάληπτο στοιχείο που λειτουργεί από ένα σημείο και πέρα και ως στοιχείο συνειδητής επιλογής, δηλαδή στοιχείο αυτοπροσδιορισμού, αυτοδιάθεσης και ελευθερίας.

 Σε μία χώρα όπως η σημερινή Ελλάδα, η ανάγκη της δημιουργίας ενός πολιτικού κινήματος πατριωτικής αριστεράς είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Ο λόγος είναι ότι η Ελλάδα είναι μία μικρή χώρα στην περιφέρεια της Ευρώπης που δεν ήταν ποτέ ιμπεριαλιστικό κράτος, ούτε ποτέ ήταν ένα αστικό καπιταλιστικό κράτος στα πρότυπα της Γερμανίας ή της Γαλλίας κ.λπ. Συνεπώς, και η μαρξιστική θεωρία που αναπτύχθηκε τον 19ο αιώνα και προπαγανδίστηκε σε μεγάλα βιομηχανικά κράτη με εκατομμύρια βιομηχανικούς εργάτες (Γερμανία, Γαλλία) δεν συνάδει ούτε προσιδιάζει με τις συνθήκες οργάνωσης παραγωγής μίας χώρας όπως η Ελλάδα η οποία είναι μικρή και κυρίως με περιορισμένη βαριά βιομηχανία. Αυτό που λείπει και αποτελεί το διακύβευμα για τη δημιουργία ενός αυθεντικού πατριωτικού κινήματος είναι το εθνικό όραμα. Το όραμα στην κοινωνική δικαιοσύνη, στην άμεση δημοκρατία, στην κοινοτική αυτοδιαχείριση και σε όλες τις μορφές αυτονομίας, στην οικολογία, στον πατριωτισμό και στον αντι-εθνομηδενισμό. Και αυτή η πατριωτική αριστερά διαπερνά τη σταλινική ρητορική του εγκλωβισμού σε ετεροχρονισμένες μαρξιστικές αφηγήσεις. Διαπερνά τον πολιτισμικό μαρξισμό του μεταμοντέρνου και του «πολιτικά ορθού» που είναι το εργαλείο της αποδόμησης των εννοιών και της προπαγάνδας που εξυπηρετεί την «κατασκευή» πολιτικών υποκειμένων τα οποία απαιτούν να έχουν ρόλο στο ιστορικό προσκήνιο. Ρόλο, όπως ο ισλαμικός εποικισμός της Ευρώπης και της Ελλάδας που οργανώθηκε από την ευρωπαϊκή πλουτοκρατία και ενορχηστρώνεται εντέχνως από την Τουρκία η οποία προσβλέπει στην ολοκληρωτική ισλαμοποίηση και στον νέο-οθωμανισμό της Ελλάδας.

Ο εθνικοπατριωτισμός στην Ελλάδα πρέπει να αντιταχθεί στην πολυπολιτισμική παγκοσμιοποίηση που θέλει ανελεύθερους ανθρώπους και καθοδηγούμενες κοινωνίες. Που απαιτεί η παραγωγή και η κατανάλωση να εξαρτώνται από τα χρηματιστήρια και το παγκόσμιο τραπεζικό τοκογλυφικό σύστημα. Παγκοσμιοποίηση η οποία προπαγανδίζει τον εθνομηδενισμό προκειμένου να εφαρμόσει τα σχέδια της πάνω στους λαούς του κόσμου μετατρέποντάς τους σε άβουλες καταναλωτικές μάζες, χωρίς ταυτότητα, χωρίς ιστορία, παρελθόν και μέλλον. Η απάντηση του ελληνικού εθνικού πατριωτισμού σε αυτή την επερχόμενη λαίλαπα είναι η αυτονομία, ο αυτοπροσδιορισμός, η αυτοδιάθεση, η ελευθερία και ο σοσιαλισμός του έθνους και της πατρίδας με βάση την παράδοση του γένους που προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα και συνεχίστηκε με τη Ρωμιοσύνη του ορθόδοξου Βυζαντίου, την εθνική παλιγγενεσία του 1821, με το «ΟΧΙ» του 1940 και το αντάρτικο της Εθνικής Αντίστασης κατά των κατακτητών της Ελλάδας. Είναι το όραμα μίας πατρίδας ελεύθερης, κυρίαρχης και ανεξάρτητης, όπως θα μπορούσε να είχε προκύψει εάν ο Άρης με τον Ζέρβα κυβερνούσαν μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, χωρίς κομμουνισμούς, βασιλιάδες, δεξιούς, κεντρώους, αμερικανούς και εγγλέζους. Είναι το όραμα για μία ελεύθερη πατρίδα και πανανθρώπινη λεφτεριά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου